Βράδυ Σαββάτου. Σε μια πόλη που τυλίγεται σιγά - σιγά στα χρώματα του χειμώνα. Ενός χειμώνα που σε αντίθεση με το παρελθόν, κυριαρχεί το γκρίζο και τα άδεια βλέμματα. Σε μια χώρα αλωμένη εκ των έσω, με μια Βουλή που συνεδριάζει με την προστασία της Αστυνομίας και του παρακράτους, ευτελισμένο Σύμβολο Εθνικής Κυριαρχίας μιας χώρας χωρίς αξιοπρέπεια και φωνή, υπέρλαμπρα φωτισμένη, δεσπόζουσα στην πλατεία «Συντάγματος», όπου οι διαμαρτυρίες φιμώνονται από μια χούφτα ανόητων και εγκάθετων σε διατεταγμένη αποστολή, μεταδίδοντας εικόνες βίας και καταστροφής που αποσκοπούν πρωτίστως στην ψυχολογική καταστολή και στον εκφοβισμό.
Οι όψεις των πόλεων αλλάζουν. Η πόλη μας αλλάζει… Παρακμή και εγκατάλειψη στο κέντρο, πεζόδρομοι και παραλία παραδομένα στην αισχροκέρδεια και ασυδοσία των φραπεδοεπιχειρηματιών όπου πληρώνεις την μπύρα περισσότερο και από την GrandPlace στις Βρυξέλλες, η έννοια πεζοδρόμιο είναι ότι νομίζει ο καθένας, ύπουλες λακκούβες έχουν στείλει κόσμο στην Ορθοπεδική, όλα στον αυτόματο πιλότο και στην αυτορρύθμιση.
Όμως έχουμε την τύχη να ζούμε σε μια πόλη γεμάτη γοητεία και άρωμα ιστορίας, συνδυασμό μιας μακράς παράδοσης ευωπαϊκότητας και ανατολής. Με όλους τους χυμούς, και την κακοδαιμονία των βαλκανικών χωρών που γνώρισε ακμή, οικονομική κατάρρευση τις βαθιές κοινωνικοπολιτικές αλλαγές μετά τον πόλεμο.
Έχουμε την τύχη να ζούμε σε μια πόλη-λιμάνι στην άκρη των Βαλκανίων με πλούσιο πολιτιστικό υπόβαθρο, με ανθρώπους ζωντανούς και δημιουργικούς που το παλεύουν, με γωνιές μιας ιδιαίτερης γοητείας που μας κάνουν να ονειρευόμαστε. Η χώρα έχει ζήσει και χειρότερα. Θα τα καταφέρουμε.
Βράδυ Σαββάτου στο κρασάδικο στην ανηφορίτσα πίσω από τις Καμάρες. Με φίλους, σε μια γωνιά μοναδική και με θέα την ομορφιά της πόλης.
Στην υγειά σας…
Μαρία Π.