Μετά από πεζοπορία εφτά ημερών μέσα στις ερημιές, ο ταξιδιώτης φτάνει στη Βαυκίδα αλλά παρ'όλα αυτά δεν τη βλέπει. Τα ψηλόλιγνα ξυλοπόδαρα, που ορθώνονται από το έδαφος σε μεγάλη απόσταση το ένα από το άλλο και χάνονται ανάμεσα στα σύννεφα στηρίζουν την πόλη. Ανεβαίνεις στην πόλη με σκάλες. Οι κάτοικοι εμφανίζονται σπανίως στη γη, έχουν ήδη ότι χρειάζονται εκεί πάνω και προτιμούν να μην κατεβαίνουν. Τίποτε από την πόλη δεν αγγίζει το έδαφος εκτός από εκείνα τα μακριά, σαν φοινικόπτερου, πόδια στα οποία στηρίζεται και, στις φωτεινές μέρες, εκείνη τη διάτρητη και γεμάτη γωνίες σκιά που σχεδιάζεται πάνω στα φύλλα των δένδρων.
Τρείς εκδοχές υπάρχουν για τους κατοίκους της Βαυκίδας: ότι σεβονται τη γη τόσο πολύ ώστε αποφεύγουν κάθε επαφή μαζί της, ότι την αγαπούν όπως ήταν πριν εμφανιστούν αυτοί, ότι συνήθισαν να μένουν μακριά της και προτιμούν την ασφάλεια της απόστασης απ αυτήν, και με κυάλια και τηλεσκόπια στραμμένα προς τα κάτω την επιθεωρούν, φύλλο το φύλλο, άνθος το άνθος, πέτρα την πέτρα, θαυμάζοντας την γοητευμένοι από την απουσία τους.
Ίταλο Καλβίνο: Οι Αόρατες πόλεις, 2004
Ίταλο Καλβίνο: Οι Αόρατες πόλεις, 2004